Παρασκευή 26 Φεβρουαρίου 2010

για τη νέα κατάληψη της Πρυτανείας

.
Για μια ακόμη φορά υφιστάμεθα κατάφωρη παραβίαση του ασύλου.
.
Συγκεκριμένα, ομάδα εξωπανεπιστημιακών κατέστρεψε μπάρες εισόδου στο ΑΠΘ και μετά τη νόμιμη επέμβαση της αστυνομίας, κατέλαβε προχθές (24-2-2010) το κτίριο Διοίκησης του ΑΠΘ και εμποδίζει έκτοτε τη διοικητική του λειτουργία, υπερασπιζόμενη δήθεν το άσυλο.
.
Η πανεπιστημιακή κοινότητα του ΑΠΘ έχει διδαχθεί από τον ευτελισμό που υπέστη πέρυσι σε ανάλογη περίσταση το Πανεπιστήμιό μας και δεν πρόκειται να ανεχθεί επανάληψη παρόμοιων φαινομένων κατάληψης από ασύντακτες ομάδες ατόμων άγνωστης προέλευσης.
.
Για το λόγο αυτό καλούμε όλους τους φορείς της πανεπιστημιακής κοινότητας, (συλλόγους εργαζομένων στο ΑΠΘ, φοιτητικούς συλλόγους, συνδικαλιστικές παρατάξεις), υποψήφια πρυτανικά σχήματα, καθώς και τους πολιτικούς και κοινωνικούς φορείς της πόλης μας, να απομονώσουν αυτές τις αυθαίρετες και ψευδεπίγραφες πρακτικές.
.
Επιπλέον, να στηρίξουν ομόθυμα τις απαραίτητες πρωτοβουλίες που πρέπει με αποφασιστικότητα να αναλάβουν οι Πρυτανικές Αρχές για την αποκατάσταση της εύρυθμης και νόμιμης λειτουργίας του Πανεπιστημίου.
.
Εμείς δηλώνουμε αποφασισμένοι να υπερασπιστούμε το ακαδημαϊκό άσυλο και δεν επιτρέπουμε σε κανέναν να σφετερίζεται αυτό το δικαίωμά μας.
.
Κάτω τα χέρια από το Πανεπιστήμιο.
.
Ανεξάρτητη Συνδικαλιστική Κίνηση Επιστημών Υγείας ΑΠΘ
Ενιαία Κίνηση Πανεπιστημιακών – ΚιΠΑν ΑΠΘ
Πανεπιστημιακή Συμπαράταξη ΑΠΘ
.

Τρίτη 2 Φεβρουαρίου 2010

για τα μισθολογικά του κλάδου

.
Το Δ.Σ. του ΕΣΔΕΠ αποφάσισε ομόφωνα στις 2 Δεκεμβρίου 2009 τα εξής:

«Η διεθνής κρίση, οι στρεβλώσεις της ελληνικής οικονομίας, το υψηλό δημόσιο χρέος και το διογκωμένο έλλειμμα συνθέτουν μια εξαιρετικά δύσκολη οικονομική συγκυρία. Στις συνθήκες αυτές, ανεξάρτητα από την αναζήτηση των παραγόντων που ευθύνονται για τις δυσμενείς εξελίξεις, οικονομικά αιτήματα μπορεί να φαίνονται υπερβολικά. Όμως οι πανεπιστημιακοί αποτελούν, αδικαιολόγητα αλλά όχι ανεξήγητα, τη μόνη από τις μεγάλες κατηγορίες κρατικών λειτουργών που αμείβεται ακόμη με το ειδικό μισθολόγιο του 2004. Το μισθολόγιο των άλλων κατηγοριών (δικαστικοί, γιατροί, στρατιωτικοί) αναπροσαρμόστηκε τους τελευταίους 16 μήνες. Ανάλογη αναπροσαρμογή πρέπει να γίνει το συντομότερο στο μισθολόγιο των πανεπιστημιακών. Παράλληλα διεκδικούμε: (α) ενσωμάτωση των επιδομάτων στο μισθό, (β) πλήρη και αποκλειστική απασχόληση με αμοιβές αντίστοιχες των δικαστικών.»

Πάγια θέση της Πανεπιστημιακής Συμπαράταξης είναι η εξομοίωση των αποδοχών μας με αυτές των δικαστικών λειτουργών, όταν η δημοσιονομική κατάσταση της χώρας το επιτρέψει, επειδή πιστεύουμε ότι η θέση αυτή βάζει την ουσία του ρόλου μας στο κέντρο της συζήτησης. Στην παρούσα συγκυρία, ωστόσο, όπου αυτό που στην πραγματικότητα διακυβεύεται είναι η συνεχής και απρόσκοπτη καταβολή του μισθού μας εξ αιτίας της οριακής κατάστασης στην οποία έχει περιέλθει δημοσιονομικά η χώρα, το ζήτημα των μισθολογικών μας διεκδικήσεων είναι ουτοπικό να τίθεται σαν απαίτηση, όταν είναι βέβαιο πως μεγάλες κατηγορίες εργαζομένων με συμβάσεις έργου στο Δημόσιο θα βρεθούν σύντομα στην ανεργία. Τίθεται, όμως, σαν άμυνα στις σχεδιαζόμενες περικοπές μισθών και συντάξεων που γίνονται για να περιορισθεί το έλλειμμα που με απαγορευτικό κόστος καταφέρνει να χρηματοδοτεί η χώρα μας. Οι περικοπές αυτές δεν μπορεί να είναι γενικευμένες και δεν πρέπει να επιβληθούν με μηχανιστικό τρόπο.

Ο ΕΣΔΕΠ, με μια αξιόλογη μελέτη που εκπόνησε ο Αντιπρόεδρος του Δ.Σ., η οποία ενσωματώθηκε στην παραπάνω ομόφωνη απόφαση και αξιοποιήθηκε και από την ΠΟΣΔΕΠ, κατέδειξε πως ο κλάδος μας είναι καταφανώς αδικημένος σε σχέση με τις αυξήσεις στις αποδοχές που έχουν λάβει οι ομοταγείς κλάδοι των δικαστικών, των στρατιωτικών και των γιατρών του ΕΣΥ.

Αν μάλιστα λάβουμε υπόψη πως οι αποδοχές μας είναι σε μεγάλο βαθμό επιδοματικές, που επιπλέον δεν εκφεύγουν της φορολόγησης, θα αντιληφθούμε πως το να σχεδιάζεται σήμερα μείωση των αποδοχών μας παραβιάζει έτι περαιτέρω την στοιχειωδώς ισότιμη μεταχείριση των ανωτέρω κρατικών λειτουργών. Η δε σύγκριση των αποδοχών μας με αυτές των συναδέλφων μας οποιασδήποτε άλλης ευρωπαϊκής χώρας που βρίσκεται σε παρόμοια δημοσιονομική κατάσταση με τη δική μας, καθιστά άδικο και από αυτή την άποψη οποιονδήποτε σχεδιασμό περικοπών των δικών μας μισθών. Εξάλλου, οι περικοπές στις αποδοχές μας έρχονται σε αντίθεση και με την εκπεφρασμένη βούληση της Κυβέρνησης να επενδύσει στην Παιδεία, στο μέτρο που μόνον αυτή είναι σε θέση να βγάλει την ελληνική κοινωνία από την κρίση στην οποία βρίσκεται εδώ και καιρό.

Για τους λόγους αυτούς, είμαστε αντίθετοι σε οποιαδήποτε περικοπή στις αποδοχές των Πανεπιστημιακών, με οποιοδήποτε τρόπο και αν σχεδιάζεται να επιβληθεί. Ακόμη και τη στιγμή αυτή, όμως, θεωρούμε ως απολύτως επιβεβλημένη την ένταξη των επιδομάτων έρευνας και διδασκαλίας στο βασικό μας μισθό. Δεν μπορεί η έρευνα και η διδασκαλία να αμείβονται με επιδόματα, τη στιγμή που είναι η κύρια απασχόλησή μας και ο λόγος ύπαρξής μας στο Πανεπιστήμιο, και μάλιστα για τους πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης ο μοναδικός. Κάποια στιγμή τα αιτήματα εργαζομένων θα πρέπει επιτέλους να εξετάζονται με κριτήρια ουσίας και κοινής λογικής και όχι με το πόσο εκβιαστική πίεση ασκούν στην πλάτη συμπολιτών τους.

Στο σημείο αυτό, οφείλουμε να παρατηρήσουμε και τα ακόλουθα:

Δεν πιστεύουμε ότι στην παρούσα συγκυρία η Πανεπιστημιακή Κοινότητα πρέπει να προβάλει τα κατά τα άλλα δίκαια αιτήματά της με τρόπο δυναμικό, όπως για παράδειγμα με το να συμμετάσχει σε απεργιακές κινητοποιήσεις. Κατ’ αρχάς, διότι – γενικώς – οι απεργιακές κινητοποιήσεις του κλάδου μας έχουν φέρει, και μάλιστα στο πρόσφατο παρελθόν, τα αντίθετα ακριβώς από τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα, προκαλώντας ανεπανόρθωτη βλάβη στην αξιοπιστία μας στα μάτια της ελληνικής κοινωνίας. Δεν είναι τυχαίο που – σε σχέση με τους άλλους ομοταγείς κλάδους των κρατικών λειτουργών – οι αποδοχές μας έχουν καθηλωθεί σε τέτοιο βαθμό. Ειδικά, όμως, στην παρούσα συγκυρία, θα πρέπει να διαχωρίσουμε τη θέση μας από τις σκληρές εκείνες συντεχνιακές συγκρούσεις, που με βάση τη λογική του εκβιασμού σε βάρος του κοινωνικού συνόλου, υποθάλπουν τη νοοτροπία του όποιος μπορεί, επιβάλλει τους όρους του στην ελληνική πολιτεία. Και ειδικότερα σε μια χρονική περίοδο, όπου η δημοσιονομική μας κατάσταση είναι τόσο οριακή, που δεν επιτρέπει ανεύθυνες κινητοποιήσεις σε μας τους Πανεπιστημιακούς δασκάλους, που οφείλουμε να γνωρίζουμε τις συνέπειες των ενεργειών μας και το παράδειγμα που δίνουμε στις άλλες κοινωνικές ομάδες. Το επιχείρημα ότι δεν φταίμε εμείς για τη δημοσιονομική κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει η χώρα μας είναι εν μέρει μόνον ακριβές, στο μέτρο που κι εμείς φταίμε για την απαράδεκτη ανοχή στη σπατάλη που διαπιστώνουμε γύρω μας, απέναντι στην οποία ποτέ δεν αντιδράσαμε, διότι στην πραγματικότητα ποτέ δεν κληθήκαμε να την καταβάλουμε από την τσέπη μας. Γι’ αυτό πιστεύουμε πως δεν πρέπει αυτή τη στιγμή να προκαλούμε άλλες κοινωνικές ομάδες που είναι ακόμη πιο αδικημένες από εμάς, ανεξάρτητα αν κι εμείς με τη σειρά μας είμαστε καταφανώς αδικημένοι σε σχέση με τους άλλους κρατικούς λειτουργούς με τους οποίους κατά κανόνα συγκρινόμαστε.

Αντίθετα, πιστεύουμε ότι σε τούτη τη συγκυρία οι Πανεπιστημιακοί δάσκαλοι θα πρέπει να διαδραματίσουμε το ρόλο της φωτισμένης εκείνης ελίτ που τόσο έχει ανάγκη η χώρα μας για να βγει από το αδιέξοδο πρακτικών και συμπεριφορών που την οδήγησαν στα όρια της πτώχευσης. Ας μην σπαταλήσουμε την κρίση αυτή, γινόμενοι μέρος του προβλήματος που άμεσα αντιμετωπίζει η χώρα. Ας την βοηθήσουμε να βρει το δρόμο τής εξόδου από αυτή την κρίση. Σε τούτο εμείς καλούμε τον καθένα μας ατομικά και συλλογικά να αγωνιστούμε.
.